Κυριακή 12 Ιουλίου 2009

4 χρόνια

τέσσερα χρόνια σου δίνω για να κλαις,λες
τι λες;
αν είχα χρόνο τόσο θα ταξίδευα
θα φόραγα ένα μαντήλι στο κεφάλι
θα έβαζα κολώνιες
θα έπαιρνα ένα σκύλο για το σπίτι
θα έβρισκα ένα σπίτι με αυλή για τον ίδιο σκύλο
θα έβρισκα ένα σπίτι με αυλή κοντά σε ένα pet shop για αυτόν τον ίδιο σκύλο
ένα κομμάτι ξύλο για χειροτεχνίες
ένα κομμάτι ξύλο για καρδούλες να κρεμάσω στους τοίχους
θα έφτιαχνα με τα χέρια μου ένα σπίτι - ένα ξύλινο σπίτι να μέινω εκεί για πάντα
πάντα - τι άσχημη λέξη πόσο αιώνια ..
τέσσερα χρόνια σου δίνω για να κλαίς,λες
τι λες;


Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

someone summer me back please


0

Τα χρυσά καλοκαίρια δεν ήταν ούτε παρελθόν ούτε μέλλον. Ήταν ονείρωξη και ψευδαίσθηση. Κανένας δεν μπορούσε πια να με πείσει ότι υπάρχουν τα καλοκαίρια
των τουριστικών οδηγών και των διαφημίσεων του ΕΟΤ. Μέσα από τα μάτια σου είδα όλα τα κατεστραμμένα μου καλοκαίρια. Και κυρίως αυτό που ήταν μπροστά μου. Τόσο κοντά μου όσο μακριά ήσουν εσύ . Για άλλο ένα καλοκαίρι. Η θάλασσα κρύα για άλλη μια χρονιά. Άλλη μια φορά μαυρισμένο δέρμα λόγω μελανίνης.


Σε μισώ για όλα τα καλοκαίρια που ήρθαν και θα έρθουν.



Μια λευκή σελίδα σε μια 15αρα οθόνη μου υπενθυμίζει την ανυπαρξία σου. Εννοώ την ουσιαστική σου ανυπαρξία. Υπήρξες, νομίζεις; Αν είχες υπάρξει, θα υπήρχες ακόμα.


Κι ο χειμώνας που θα ακολουθήσει θα είναι καλός, καλύτερος από το καλοκαίρι που θα έχει περάσει και καλύτερος από το καλοκαίρι που πρόκειται να τον ακολουθήσει.
Πώς κατάφερες αλήθεια να μετατρέψεις τα καλοκαίρια μου σε πηγή θλίψης αφού ήσουν ανύπαρκτος;

Δυνατός Ανύπαρκτος. Και ποια είναι η λέξη για αυτόν που πληγώνει τις καρδιές των άλλων για μια ζωή , απολύτως συνειδητά , αλλά δεν μπαίνει ποτέ στην διαδικασία να σκεφτεί τις πιθανές συνέπειες; Ποιο είναι αυτό το επίθετο; Δεν το βρίσκω, παίρνει το όνομα σου .

Κι αυτό το γαμωκαλόκαιρο έχει το όνομα σου.

1

«Τα χρυσά καλοκαίρια και το κάρβουνο !¨» φώναξε ένα μικρό αγόρι κάπου εκεί στην παραλία του Τζο. Σ εκείνη την ιδιωτική παραλία , την γεμάτη από νεαρά ηλιοκαμένα αγόρια , παρμένα ακόμα κι από τον ήλιο. «Σκατά¨» φώναξε ένα άλλο αγόρι, όχι τόσο όμορφο όσο ο διπλανός του αλλά ακόμα πιο περήφανο για την εξωτερική του εμφάνιση και τον ανδρισμό του, αφού φωνάζοντας «σκατά¨» χάιδευε τη λίκρα του μαγιό του , μια φτηνιάρικη λίκρα , λες και ήταν μετάξι. Εντάξει, είπε ο Τζο. Σκύψτε τώρα στη σειρά.
«Ο ήλιος κατέβηκε ,κατέβηκε
Για δες τον στη σκάλα του πώς μας κουνιέται
Δε γαμιέται, δε γαμιέται » τραγουδούσαν όλα τα αγόρια της ιδιωτικής παραλίας του Τζο και ό,τι έκαναν εκείνο το καλοκαίρι το έκαναν συνειδητά.



2
Όλα τα καλοκαίρια της τα πέρασε πλέκοντας. Είχε πλέξει τόσα και τόσα κασκόλ καλοκαιριάτικα. Ηχογραφούσε παραμύθια με τη φωνή της στο κασετόφωνο για να τα ακούει το βράδυ και να κοιμάται. Τι χαζή γυναίκα ! Μια γλάστρα έπεσε στο κεφάλι της ένα απόγευμα ενώ πήγαινε στο σούπερ μάρκετ να πάρει- άκουσον άκουσον - σοκολάτες ! Και ήταν τόσο ανόητη που την γλύτωσε με μια μικρή διάσειση των δέκα λεπτών. Μονάχα δέκα λεπτά ευτυχίας σε μια ολόκληρη ζωή.



3
Το μπαφί ήταν καλοφτιαγμένο και καλογεμισμένο. Η Άννυ το έσκασε και η Χάννυ περίμενε τζούρα. Τα πόδια της Άννυ πλατσούριζαν στην πισίνα. Η Χάννυ περίμενε το μπαφί πασαλειμμένη με caroten και ίσως κάποιο φιλί. Η Χάννυ πήρε επιτέλους το όπλο της ! Στην δεύτερη απόπειρα ήταν ήδη ζαλισμένη .Όταν η Χάννυ ζαλιζόταν έλεγε τα καλύτερα. « Θα του δώσω το μουνί μου στιφάδο να φάει αύριο » είπε για τον άντρα της. Η Άννυ γέλασε και πήρε πίσω το τσιγάρο. Έφτυσε την Χάννυ στο πρόσωπο και πήγε στον καναπέ του σαλονιού της και κοιμήθηκε.


4
Μια νεκρή κατσαρίδα ονειρεύεται τα καλοκαίρια της ζωής της που πέρασε . Μιας δύσκολης ζωής , χωρίς μόνιμη κατοικία, χωρίς σταθερούς φίλους, με πολλούς εχθρούς.

Ωδή στην ονειροπόλα νεκρή κατσαρίδα

Γλυκιά μου μην κλαίς
Τα δύσκολα για σένα γίναν χτες
Κάποιοι σε είπαν βρώμα και πουτάνα
Κανείς δεν ήξερε πως σε φωνάζαν Άννα

Γλυκιά μου μην κλαίς
Στα μετά θάνατον μόνο καλές στιγμές
Γεμάτος βόθρους ο παράδεισος
Σε παρακαλώ,Αννιώ, μην κλαίς





5
Το καλοκαίρι πέθανε.
Η θάλασσα δεν είναι γύρω σου, όπως ήταν μια φορά κι έναν καιρό.
Τα βράδια δεν λάμπει ασημένια.
Θα μπεις σε μία βάρκα μα δεν θα χεις να πας πουθενά.